stageedimotomea@yahoo.gr

24.3.10

ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΥΣ

Με το Σύνταγμα και τους συμβασιούχους
Του ΑΡΙ Γ. ΚΑΖΑΚΟΥ*


Εν αναμονή της έκδοσης της απόφασης της Ολομέλειας
του Αρείου Πάγου για τους πολύπαθους «συμβασιούχους», κάποιοι άρχισαν να ρίχνουν τις πολιτικές τους ζαριές στα κανάλια επικοινωνίας. Το «πρόβλημα» που ανακάλυψαν εσχάτως και που εμποδίζει, δήθεν, τη δικαίωση των «συμβασιούχων», τους το γεννά το Σύνταγμα και συγκεκριμένα το άρθρο 103 παρ. 8, που απαγορεύει τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και έργου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου.


Είχα την τιμή και τη χαρά να εκπροσωπήσω τη ΓΣΕΕ, ως πληρεξούσιος δικηγόρος μαζί με άλλους εκλεκτούς συναδέλφους, τόσο ενώπιον της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έλαβε την απόφαση 18/2006, όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που εξέδωσε την ιστορική απόφαση της 4ης Ιουλίου 2006, αλλά και ενώπιον της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που ξαναδίκασε την υπόθεση των «συμβασιούχων» στις 15.2.2007. Είμαι, επομένως, σε θέση να μεταφέρω με αυθεντικό τρόπο τόσο τις θεμελιώδεις αποφάνσεις των δικαστηρίων, όσο και τη συνταγματική και κοινοτική διάσταση της σχετικής προβληματικής. Για όποιον γνωρίζει απλώς ανάγνωση, το Σύνταγμα απαγορεύει τη γνήσια μετατροπή, δηλαδή αυτή που γίνεται αθρόα και χάριν εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων «με νόμο» (κατά τη ρητή διατύπωση της συνταγματικής διάταξης) και δεν απαγορεύει, ούτε θα μπορούσε άλλωστε, τη δικαστική διάγνωση του αληθούς νομικού χαρακτήρα των σχέσεων εξαρτημένης εργασίας ως αορίστου χρόνου, σύμφωνα και με την επιταγή του ίδιου του Συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρο 20 παρ. 1) και τη λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών (άρθρο 87 παρ. 2), σε αρμονία και με το περιεχόμενο υπερνομοθετικών ρυθμίσεων.


Ελαφρά και .. .τηλεοπτικά


Κάτι ακόμη για όσους δεν αρκούνται ή αδιαφορούν ή, απλώς, δεν γνωρίζουν τι λέει το Σύνταγμα και κυρίως για όσους στηρίζονται στην «προφορική παράδοση» του ελαφρού τηλεοπτικού λόγου. Σ’ αυτούς τονίζουμε ότι με την αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή (ότι το Σύνταγμα εμποδίζει την απελευθέρωση των εργαζομένων από τα δεσμά της προσωρινότητας και ανασφάλειας) φτάνουμε σε αδιέξοδο. Θυμίζουμε εδώ την περιπέτεια της κυβέρνησης με το θέμα του βασικού μετόχου. Η κυβέρνηση, που για το θέμα του βασικού μετόχου πρόβαλλε για άμυνά της ότι το Σύνταγμα δεν της επιτρέπει άλλη επιλογή, αναγκάστηκε να αποδεχθεί αυτό που ισχύει παγίως στις σχέσεις του κοινοτικού δικαίου με τα εθνικά συντάγματα, είτε μας αρέσει είτε όχι: το κοινοτικό δίκαιο, ακόμη και το παράγωγο, π.χ. αυτό των οδηγιών, υπερέχει έναντι των εθνικών συνταγμάτων.


Είναι σύμπτωμα της δημόσιας ζωής να μιλά κανείς γκρεμίζοντας όλες τις συνθήκες διαλόγου, όπως είναι η καλή γνώση του αντικειμένου και η στοιχειώδης ευθύτητα και εντιμότητα. Το ζήτημα των «συμβασιούχων» κακώς ξαναπερνά από δικαστικό έλεγχο, μια που η μακρά περίοδος δοκιμασίας και ελέγχου κατέληξε σε δύο θεμελιώδεις αποφάσεις, την 18/2006 της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου και την από 4.72006 απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης. Αυτό που (ξανά)κερδίσαμε με τις δύο αποφάσεις είναι ότι κανένα εθνικό σύνταγμα δεν μπορεί να νομιμοποιεί-συνταγματοποιεί την κατάχρηση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και έργου από το Δημόσιο και ότι η πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων παραμένει αμετακίνητη στη Θέση της υπεροχής του κοινοτικού δικαίου, ακόμη και του παραγώγου, όπως η κοινοτική οδηγία 1999/70, έναντι και των εθνικών συνταγμάτων. Στη Θέση αυτή προσχώρησε, παρά τους δισταγμούς της, και η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την απόφασή της 3670/2006. Στην ίδια θέση πειθαναγκάζονται να προσχωρήσουν ανώτατα δικαστήρια και άλλων χωρών, όπως τελευταία και το γαλλικό Conseil d’ Etat με την απόφασή του της 8.2.2007.


Οι δύο θεμελιώδεις αποφάσεις, της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου 18/2006 και η από 4.7.2006 απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ), όχι μόνο λύνουν τα κεντρικά νομικά ζητήματα αλλά δημιουργούν και ένα δεσμευτικό κανονιστικό πλαίσιο (η απόφαση του ΔΕΚ), η παραβίαση του οποίου καθιστά υπόλογη τη χώρα απέναντι στα κοινοτικά όργανα και δημιουργεί τη βάση για πληρωμή από το κράτος μεγάλων αποζημιώσεων στους θιγομένους. Αυτό ας το αναλογιστούν ιδιαιτέρως τα μέλη της πλειοψηφίας της σύνθεσης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προχώρησαν σε ένα οιονεί συνταγματικό πραξικόπημα, αρνούμενα τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και εισηγούμενα την άρνηση εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων που δικαιώνουν «συμβασιούχους». (σ.χ. αυτό έχει αλλάξει, το ΕΣ από εδώ και στο εξής δέχεται τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων)


Δικαιοδοσία πολιτικών δικαστηρίων


Αντίθετα, η απόφαση 441/2007 του Συμβουλίου της Επικρατείας σεβάστηκε τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, οριοθετώντας τη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων μόνο σε σχέση με τις διοικητικές διαφορές που προκύπτουν από αποφάσεις του ΑΣΕΠ στο πλαίσιο των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 11 π.δ. 164/2004.


Ήδη και η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου (τακτική) με την απόφασή της 4/2007 (από 22.3.2007) σε διαφορά εργαζόμενης της ΔΕΗ με την εργοδότιδα εταιρεία απέκρουσε την αντίθετη προς την απόφαση επιχειρηματολογία του κ. Σανιδά, που στηρίχθηκε σε σκέψεις που αποτέλεσαν τον άξονα των αναιρετικών του λόγων στη μεγάλη υπόθεση των «συμβασιούχων» της 15.2.2007 ενώπιον της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.


Το πρόβλημα των «συμβασιούχων» είναι προεχόντως πολιτικό, γι’ αυτό και αναπαράγεται αδιατάρακτα και μετά το π.δ. 164/2004. Η εφημερίδα «Καθημερινή» της 26.11.2006 αφιέρωσε ολοσέλιδο ρεπορτάζ στο θέμα με τον πολύ εύγλωττο τίτλο «ιδού η νέα γενιά συμβασιούχων», για τη στρατιά των συμβασιούχων που δημιουργήθηκε μετά τη θέσπιση του π.δ. 164/2004. Η ίδια η κυβέρνηση με επίσημο έγγραφο του υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ανοίγει το δρόμο για την ανανέωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου χωρίς τους χρονικούς περιορισμούς του π.δ. 164/2004. Η Ολομέλεια του ΑΣΕΠ μ’ αυτό το υπαρκτό πρόβλημα ασχολήθηκε στις 28.3.2007 μετά από καταγγελίες των μελών του για σωρεία παράνομων προσλήψεων στα υπουργεία Γεωργικής Ανάπτυξης, Οικονομίας, Πολιτισμού

και στον ΕΟΤ. Γι’ αυτό κινητοποιείται και πάλι η Κομισιόν διά του επιτρόπου κ. Σπίντλα. Μέχρις ότου λυθεί με πολιτικά μέσα το πολιτικό πρόβλημα των «συμβασιούχων», η δικαστική προστασία των θυμάτων της κατάχρησης αποτελεί όχι μόνο επιταγή του κοινοτικού δικαίου αλλά και του Ελληνικού Συντάγματος.


Οι παρατηρήσεις μας για τα καιροσκοπικά πολιτικά παιχνίδια που παίζονται με την παρένδυση της <<επιστήμης>>, θα μπορούσαν απλώς να αποτελούν ένα πικρό σχόλιο για τους καιρούς μας. Όμως αυτό μας ενδιαφέρει όχι μόνο ως μιντιακό και πολιτικό σύμπτωμα αλλά και ως συμπεριφορά που ούτε στον επιστημονικό διάλογο, ούτε στην αντιμετώπιση της πολιτικής ανωμαλίας από τη μαζική κατάχρηση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και έργου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που αλλοιώνει και την ίδια τη λειτουργία του πολιτεύματος, ούτε στην προστασία των θυμάτων της κατάχρησης συμβάλλει ή έχει τη δυνατότητα να συμβάλει. Ο στιγματισμός τέτοιων συμπεριφορών είναι υπόθεση όλων μας.


* Καθηγητής Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια :